Δευτέρα 30 Νοεμβρίου 2009

Οι ΟΥΣΤ πάνε "ΧΤΕΝΙ";

Κυριακή 29 Νοεμβρίου οργανώθηκε μια ανάβαση της παρέας στα Πιέρια με αφετηρία την Παλιά Βρύα και στόχο την κορυφή "ΧΤΕΝΙ" των Πιερίων.
Ήταν η πρώτη εξόρμηση της ομάδας μετά την παράδοση του δακτυλιδιού της προεδρίας απ
ό τον παλιό πρόεδρο, το Χρύσανθο, στο Δημήτρη, κάτι το οποίο με την ευκαιρία αυτή το ΚΑΤΑΓΓΕΛΛΩ, διότι έγινε κατά παράβαση του καταστατικού του συλλόγου και χωρίς την πλήρη σύνθεσή του. Τέλος πάντων!!!
Η συνάντησ
η ορίστηκε να γίνει στις 08:30 στην Παλιά Βρύα. Με λίγη καθυστέρηση (ας είναι καλά η σήμανση!) βρεθήκαμε και, αφού ετοιμαστήκαμε, ξεκινήσαμε. Βέβαια δεν ήταν όλη η ομάδα, αφού έλειπαν για διάφορους λόγους κάποια παλιά μέλη, όπως ο Δημήτρης και ο Χρήστος, γνωστός και ως τζιζ-μπιζ... Εκεί ήμασταν οι εξής: ο Δημήτρης, ο Δημήτρης, ο Θόδωρος, ο Κώστας, ο Κώστας, ο Κυριάκος, ο Παναγιώτης, ο Στάθης, ο Σωτήρης, ο Χρύσανθος και ένας νέος για μένα, συνάδελφος στο επάγγελμα (ας με συγχωρέσει που ξέχασα το όνομά του, αλλά με την πρώτη ευκαιρία θα επανορθώσω). Ο Παναγιώτης με οδηγίες για τη διαδρομή ανέλαβε να μας οδηγήσει προς την κορυφή...
Ξεκινήσαμε
γύρω στις 09:15 την ανάβαση. Μεγάλη η κλίση στην αρχή, ευτυχώς όχι αρκετά μεγάλη σε απόσταση. Δασωμένο το μέρος. Στην αρχή μας υποδέχτηκαν καστανιές, αργότερα οξιές αρκετά ψηλές με τα φύλλα σαν χαλί να τρίζουν κάτω από τις μπότες μας. Ακολούθησαν πεύκα και έλατα, μικρά και μεγάλα, που με το πράσινο χρώμα των φυλλωμάτων τους να ανακατεύεται με αυτό το καφέ των πεσμένων φύλλων δημιουργούσαν ένα υπέροχο κοντράστ.
Ο καιρός τέλειος, ήλιος ζεστός, θερμοκρασία ικανοποιητική και ορατότητα πολύ καλή συνέθεταν ένα παζλ ευχάριστο για μας. Σε κάθε στάση το βλέμμα μας γύρευε γνώριμες κορυφές ένα γύρω. Φάνηκαν ανατολικά ο Χορτιάτης και στο βάθος επιβλητικός ο Άθως κάπως θολά... Νότια ήταν συνεχώς απέναντι μας ο Όλυμπος, επιβλητικός όσο ποτέ , με χιονισμένες αρκετές από τις κορυφές και πλαγιές του, έμοιαζε να μας κοιτάζει και να αναρωτιέται τι έφταιξε και δεν επισκεφτήκαμε αυτόν... Βόρεια φαινόταν το Βέρμιο, ενώ το βλέμμα μας έφτανε έως κάποιες κορυφές της Βουλγαρίας. Αυτά όσο είχαμε μπροστά μας των όγκο των Πιερίων να μας κρύβει τα προς δυσμάς.
Σε δύο σημεία της διαδρομής μάς δρόσισαν με τα γάργαρα νερά τους βρύσες. Για μένα ειδικά το ν
ερό είναι επιτακτική ανάγκη και έτσι το βρήκα πολύ εξυπηρετικό!
Εγώ και ο Χρύσανθος μέναμε πίσω βγάζοντας
φωτογραφίες και συζητώντας, ενώ η υπόλοιπη ομάδα προηγούνταν αρκετά. Σε μια στιγμή που καθίσαμε να απολαύσουμε τη θέα και να τσιμπήσουμε κάτι, αναρωτηθήκαμε μήπως ο στόχος μας ήταν στα δεξιά μας, όπως προχωρούσαμε, και όχι μπροστά και στο βάθος. Αλλά ,αφού οι υπόλοιποι είχαν ήδη προχωρήσει με τον Παναγιώτη οδηγό και συμπαραστάτη το Δημήτρη με το GPS του το καινούριο, έπρεπε να συνεχίσουμε και να τους βρούμε στην κορυφή...
Ακολουθώντ
ας το δασικό δρόμο παραπάνω από όσο θα έπρεπε μάλλον περάσαμε την κορυφή εγώ και Χρύσανθος και βρεθήκαμε 15' μακριά από την Αβδέλλα! Όταν καταλάβαμε το λάθος μας, επιστρέψαμε και συναντήσαμε τους υπόλοιπους. Ώρες ανάβασης για τους δυο μας μαζί με τις στάσεις 4.
Η θέα ήταν εκπληκτική και τώρα το παζλ το συμπλήρωναν κορυφ
ές στα δυτικά: οροσειρά της Πίνδου και Γράμμος, ενώ ο Όλυμπος έμοιαζε να σκύβει για να ακούσει τι κουβεντιάζουμε! Τα αστεία και τα πειράγματα έδιναν και έπαιρναν και το τσίπουρο είχε την τιμητική του. Βέβαια δεν ήμασταν σίγουροι ότι ανεβήκαμε στη σωστή κορυφή!
Ένα κρύο αεράκι επέσπευσε την κάθοδό μας! Ήταν ήδη 14:10. Μετά από μια πορεία 3 ωρών φτάσα
με στα αμάξια. Ήταν η ώρα που άρχιζε να χάνεται ο ήλιος και το φεγγάρι έκανε την εμφάνισή του και με το ασημένιο του πέπλο φώτιζε το τοπίο.
Συμφωνώντας με την πρόταση του Κυριάκου δώσαμε ραντεβού σε μια ψησταριά του Σβορώνου, όπου θα κλείναμε την ημέρα μας. Εκεί έγινε η επιβεβαίωση ότι τ
ελικά δε φτάσαμε στον αρχικό στόχο μας. Πώς έγινε αυτό; Ο Κυριάκος είχε καλεσμένες νεράιδες στην κορυφή ΧΤΕΝΙ, κάτι που δε είδαμε εκεί που φτάσαμε: ΑΡΑ; Κάτι πήρε το αυτί μου για την Τούφα του Καρατέτοιου... Περιμένω επιβεβαίωση από τον αρχηγό, το νέο, για μην παρεξηγούμαστε!
Χρύσανθε, μιας και δε βρήκαμε κουμαριές να δοκιμάσουμε κανένα κούμαρο, ας χαρούμε τουλάχιστον τις φωτογραφίες τους... Μας τις αφιερώνω και την άλλη φορά να τις δούμε ζωντανά!

Κυριακή 22 Νοεμβρίου 2009

Καταρράκτης Κόκκινου βράχου

Εδώ και πολλά χρόνια επισκέπτομαι τη βόρεια πλευρά του Ολύμπου. Αυτό συμβαίνει από το 1999, όταν, ερχόμενος ένα καλοκαίρι από τη Γερμανία, όπου και υπηρετούσα τότε, ο Χρύσανθος, ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ, μου είπε ότι είχε αγοράσει ένα βιβλίο που αναδείκνυε την πλευρά αυτή και κάναμε την πρώτη μας εξόρμηση μαζί με άλλα μέλη των ΟΥΣΤ. Με την ευκαιρία να ευχαριστήσω το Γιάννη Μπεϊνά, το συγγραφέα του βιβλίου "ΟΛΥΜΠΟΣ Ο Γνωστός Άγνωστος", για την πολύ καλή δουλειά του. Σαν να παρασύρθηκα όμως...
22 Νοεμβρίου του 2009 και με δύο φίλους, τον Αντώνη και το Νίκο, είπαμε να κάνουμε μια μικρή βόλτα, αλλά στην πλευρά που δεν είχαμε ξαναπερπατήσει οι δύο από τους τρεις. Ο Νίκος είχε επισκεφτεί τη μεριά αυτή πριν λίγο καιρό. Θα πηγαίναμε στο ρέμα του Ουρλιά αλλά από την Καρίτσα και όχι από το Δίον, όπως είχαμε κάνει άπειρες φορές. Ξεκινήσαμε από την Κατερίνη στις 08:30 από το σπίτι του Αντώνη, αφού είχα πάρει το Νίκο λίγο νωρίτερα. Σε 25' ήμασταν κιόλας στο εκκλησάκι του Αγίου Βασιλείου. Σε 5' λεπτά, αφού ετοιμαστήκαμε, ξεκινήσαμε για μια ανηφορική μεν, εύκολη δε πορεία που θα μας οδηγούσε στον καταρράκτη του Κόκκινου βράχου.
Η ημέρα ήταν τέλεια. Ηλιοφάνεια, θερμοκρασία 17ο C και η ορατότητα πολύ
καλή. Η σήμανση εμφανής και κατατοπιστική και δεν είχαμε καμία δυσκολία να την ακολουθήσουμε. Τα χρώματα των φυλλωμάτων εναλλάσσονταν μπρος στα μάτια μας και δεξιά και αριστερά μας η θέα έφτανε από τα Πιέρια έως τις νότιες ακτές της Πιερίας χαρίζοντας μας θαυμάσιες εικόνες και αποζημιώνοντάς μας.
Όποτε βρίσκαμε ευκαιρία ξεφεύγαμε από το μονοπάτι και απολαμβάναμε το τοπίο. Μ
άλιστα σε ένα τέτοιο ξεστράτισμά μας πέσαμε πάνω σε μια κουμαριά ή κάτι σαν κουμαριά με πολύ όμορφους καρπούς να κρέμονται από τα κλαδιά της σαν κόκκινα κερασάκια. Τα δοκιμάσαμε και διαπιστώσαμε ότι ενώ ήταν στην αρχή γλυκά, στο τέλος έκρυβαν και λίγη στυφάδα.
Μετά από περίπου 55' συναντήσαμε μια ομάδα ορειβατών από τη Βέροια. Συζητήσαμε για λίγο μαζί τους και ο Νίκος τους έδωσε πληροφορίες για το πώς θα έφταναν στο εκκλησάκι του Αγίου Κωνσταντίνου, που βρίσκεται στην πλευρά του ρέματος με προσέγγιση από το Δίον. Εμείς ακολουθούσαμε την αντίθετη πορεία και, ενώ ξεκινήσαμε από τον Άγιο Βασίλειο, θα κάναμε ένα μικρό γύρο και περνώντας και εμείς από τον Άγιο Κωνσταντίνο θα επιστρέφαμε.
Σε 1 ώρα και 25' , αφού κατηφορίσαμε για 5' περίπου , φτάσαμε στη βάση του καταρράκτη. Το θέαμα ήταν καταπληκτικό! 18 μέτρα ύψος έχει και τα νερά του πέφτουν με δύναμη σε βράχια με κόκκινο χρώμα, στα οποία οφείλει και το όνομά του. Πρασινογάλαζα νερά σχηματίζουν μια βαθιά λίμνη, την οποία και θα έχουμε υπόψη μας για το καλοκαίρι. Ένα ζευγάρι από την Κατερίνη ήταν εκεί και μας έβγαλε τις φωτογραφίες με φόντο τον καταρράκτη.
Μείναμε για 5-10 λεπτά να απολαύσουμε την ομορφιά της φύσης και μετά ακολουθώντας πορεία αντίθετη κατευθυνθήκαμε προς την άλλη έξοδο του ρέματος. Σε 15' ήμασταν στην πηγή Ίταμος και σε άλλα 20' στον Άγιο Κωνσταντίνο. Λίγα μέτρα παρακάτω μια πινακίδα μας έδειχνε το μονοπάτι για να βγούμε απέναντι. Σε άλλα 10' βρεθήκαμε στα κιόσκια του Αγίου Βασιλείου.
Τρεις ώρες κράτησε η περιήγησή μας και την απολαύσαμε. Το παράπονο του Νίκου ήταν που δεν ανάψαμε φωτιά να ψήσουμε κάτι. την επόμενη φορά θα του κάνουμε το χατίρι!

Κυριακή 8 Νοεμβρίου 2009

ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΟ ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ ΤΟ ΜΑΡΤΙΟ ΤΟΥ 1981


ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ - ΑΘΩΣ
ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΚΙΡΛΑΣ - ΣΤΑΘΗΣ ΦΑΝΙΑΔΗΣ
ΑΦΗΓΗΣΗ ΑΠΟ ΧΡΥΣΑΝΘΟ
23 03 1981 / 28 03 1981 - 6 ΗΜΕΡΕΣ
ΕΞΙ ΗΜΕΡΕΣ
115 ΧΙΛΙΟΜΕΤΡΑ πεζοί
25:38΄ ΩΡΕΣ η διάρκεια
1. ΟΥΡΑΝΟΥΠΟΛΗ - ΔΑΦΝΗ = 1:45΄ ΜΕ ΤΟ ΚΑΡΑΒΑΚΙ
ΔΑΦΝΗ - ΚΑΡΥΕΣ = 30΄ ΜΕ ΤΟ ΛΕΩΦΟΡΕΙΟ
ΚΑΡΥΕΣ - ΒΑΤΟΠΕΔΙ = 2:56΄ πεζοί

2. ΒΑΤΟΠΕΔΙ - ΠΑΝΤΟΚΡΑΤΟΡΑ = 1:55΄ πεζοί
ΠΑΝΤΟΚΡΑΤΟΡΑ - ΣΤΑΥΡΟΝΙΚΗΤΑ = 44΄ πεζοί
ΣΤΑΥΡΟΝΙΚΗΤΑ - ΙΒΗΡΩΝ = 1:05΄ πεζοί

3. ΙΒΗΡΩΝ - ΦΙΛΟΘΕΟΥ = 2:06΄ πεζοί
ΦΙΛΟΘΕΟΥ - ΚΑΡΑΚΑΛΟΥ = 37΄ πεζοί
ΚΑΡΑΚΑΛΟΥ - ΜΕΓΙΣΤΗΣ ΛΑΥΡΑΣ = 6:47΄ πεζοί

4. ΜΕΓΙΣΤΗΣ - ΑΓΙΑΣ ΑΝΝΑΣ = 4:19΄ πεζοί
ΑΓΙΑΣ ΑΝΝΑΣ - ΑΓΙΟΣ ΠΑΥΛΟΣ = 1:07΄ πεζοί
ΑΓΙΟΣ ΠΑΥΛΟΣ - ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ = 55΄ πεζοί

5. ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ - ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ = 1:04΄ πεζοί
ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ - ΣΙΜΩΝΟΠΕΤΡΑ = 54΄ πεζοί
ΣΙΜΩΝΟΠΕΤΡΑ - ΔΑΦΝΗ = 1:26΄ πεζοί
ΔΑΦΝΗ - ΟΥΡΑΝΟΥΠΟΛΗ = 2:00΄ ΚΑΡΑΒΑΚΙ
ΟΥΡΑΝΟΥΠΟΛΗ - ΤΡΥΠΗΤΗ = 10΄ ΜΕ ΤΑΞΙ
ΤΡΥΠΗΤΗ - ΑΜΜΟΥΛΙΑΝΗ = 15΄ ΜΕ ΚΑΡΑΒΑΚΙ
ΑΜΜΟΥΛΙΑΝΗ - ΑΛΥΚΕΣ = 25΄ πεζοί

ΔΕΥΤΕΡΑ 23 ΜΑΡΤΙΟΥ 1981

ΔΕΥΤΕΡΑ 23 ΜΑΡΤΙΟΥ 1981· 1Η ΗΜΕΡΑ
Μετά από τέσσερα χρόνια γίνεται η δεύτερη εκδρομή-οδοιπορικό στο Άγιο Όρος με παρέα το Στάθη. Η πρώτη είχε γίνει το 1977, Αύγουστο και Σεπτέμβριο, και είχε αρκετή επιτυχία. Έλαβαν μέρος τέσσερα άτομα και η διαδρομή έγινε με ποδήλατα. Εφέτος αποφασίσαμε να την κάνουμε δύο άτομα, εγώ ο Χρύσανθος και ο Στάθης, ένας καλός μου φίλος, και θα πηγαίναμε με το λεωφορείο μέχρι την Ουρανούπολη. Τη σκεφτόμασταν και τη συζητούσαμε από αρκετό καιρό και ο πιο κατάλληλος καιρός που διαλέξαμε γα να γίνει η εκδρομή ήταν ο μήνας Μάρτης, πρώτον διότι ταίριαζε σε μένα που είχα πάρει το χαρτί μου να παρουσιαστώ φαντάρος και ήμουν ελεύθερος από την εργασία μου να κάνω την τελευταία προ θητείας εκδρομή μου και δεύτερον ταίριαζε και στο Στάθη να πάρει 5 ημέρες άδεια από την εργασία του. Αφού πήραμε τα απαραίτητα είδη για την εξόρμησή μας, ετοιμάσαμε τα σακίδιά μας και ξεκινάμε για το οδοιπορικό μας.
Εκκίνηση από Θεσσαλονίκη Δευτέρα 06:00 π.μ. από το πρακτορείο Χαλκιδικής. Εισιτήριο Θεσσαλονίκη - Ουρανούπολη 240 δραχμές και διάρκεια ταξιδιού 3:15΄. Η διαδρομή ήταν ωραία και ενδιαφέρουσα. Ήταν καιρός που δεν είχε πολύ κόσμο και φτάσαμε όμορφα κι ωραία στην Ουρανούπολη. Στο λεωφορείο είχε και άλλα έξι άτομα, ξεχωριστή παρέα, που θα έκαναν κι αυτά οδοιπορικό στο Άγιο Όρος. Δύο ήταν αμερικανοί, ο Genne Griggs και ο John. Από την Ουρανούπολη παίρνουμε το καραβάκι και με 100 δραχμές εισιτήριο, αφού φάγαμε μια νόστιμη πίττα και αρκετό αέρα στη διαδρομή βλέποντας και δελφίνια και βγάζοντας φωτογραφίες με τα μοναστήρια, σε 1 ώρα και 45΄ φτάσαμε στο λιμάνι της Δάφνης. Εκεί αγοράσαμε δύο χάρτες του ΟΡΟΥΣ με 60 δραχμές τον ένα και περιμέναμε το λεωφορείο για να πάμε στις Καρυές, την πρωτεύουσα του Αγίου Όρους, όπου βρίσκεται το Πρωτάτο και η Αστυνομία και από όπου παίρνεις τις ταυτότητες (τις παραδώσαμε σε κάποιον υπεύθυνο στο καραβάκι που μας μετέφερε από Ουρανούπολη προς Δάφνη) και τα διαμονητήρια, ένα είδος διαβατηρίων. Πληρώσαμε φοιτητικό 100 δραχμές, ολόκληρο 150 και για τους ξένους 300. Πιάσαμε συζήτηση με κάποια άλλα άτομα σχετικά με το γύρο του Όρους. Αυτά θα κάνανε μικρότερη διαδρομή από εμάς. Ο ένας ήταν από τη Φλώρινα και ο άλλος από την Κέρκυρα. Ακολούθως γεμίσαμε τα παγούρια με νερό και ξεκινήσαμε για τη μονή Βατοπεδίου.
ΚΑΡΥΕΣ – ΒΑΤΟΠΕΔΙ 2:56΄
Η διαδρομή ήταν πολύ ωραία και στρωμένη με καλντερίμι πέτρινο. Πλούσια βλάστηση από πεύκα, πουρνάρια, καστανιές, ελιές, οξιές και λουλούδια.
Πολλά νερά κατέβαιναν από το βουνό Άθω παγωμένα. Ήμαστε σε αρκετό υψόμετρο και η θέα προς τα κάτω ήταν μαγευτική. Δέντρα, πράσινο, μονές, θάλασσα, ένα απέραντο πράσινο και γαλάζιο. Στο δρόμο συναντήσαμε πολλούς ξυλοκόπους που κόβανε ξύλα και τα κουβαλούσαν με τα μουλάρια .Κάναμε δύο στάσεις, μία για φυσική ανάγκη και μια για να πάρουμε και να πιούμε νερό. Βγάζοντας φωτογραφίες και με τη ροκ μουσική που είχε το ραδιοφωνάκι προχωρούσαμε και χαιρόμασταν την ομορφιά του τοπίου. Στη μέση της διαδρομής είδαμε καθαρά χιονισμένο τον Άθω, ενώ αυτός στεκόταν σαν γίγαντας και μας κοιτούσε από κει ψηλά με υψόμετρο δύο χιλιάδες τριάντα τρία μέτρα. Θα του κάναμε παρέα αλλά αργότερα προς τη μέση της διαδρομής και όσο «σήκωνε» το κλίμα και οι δυνάμεις μας. Και η πορεία μέσα στο δάσος και στο μονοπάτι συνεχίζεται. Αρχίζουμε να βλέπουμε πανοραμικά το Βατοπέδι και την παραλία του. Αρχίσαμε να κάνουμε κατάβαση βλέποντας πολλά σπάνια λουλούδια και ομορφιές καθώς κι έναν πέτρινο σταυρό που έγραφε «ΙΩΣΗΦ». Αργότερα μάθαμε ότι σε εκείνο το μέρος πέθανε ένας ξένος. Φτάσαμε στη Μονή Βατοπεδίου. Μεγάλη η μόνη, σε καλή τοποθεσία και πολύ καθαρή. Μάθαμε ότι είναι μία από τις πιο πλούσιες μονές του Αγίου όρους. Μπήκαμε από την κεντρική είσοδο και ο γέροντας μας είπε ότι πρέπει να πάμε στην Αστυνομία, για να θεωρήσουμε τα διαμονητήριά μας. Τα θεωρήσαμε και μπήκαμε στη Μονή. Μας πήγαν στο αρχονταρίκι, για να δούμε πού θα μας βολέψουν. Ήταν δύο καλόγεροι μέσα που είχαν πολλή πλάκα. Ο ένας πείραζε τον άλλον και κάνανε διάφορες χειρονομίες και κάτι χαζά. Μας κέρασαν καφέ, λουκούμι και ρακί. Συζητήσαμε λίγο κι έπειτα ήρθε ο αρχοντάρης, που είναι υπεύθυνος για τη φιλοξενία, και μας έδειξε το δωμάτιο που θα κοιμόμασταν. Μας έφερε και καθαρά σεντόνια. Βολευτήκαμε στο δωμάτιο και μετά βγήκαμε έξω, για να κάνουμε μια βόλτα στη μονή. Πολλά κτίρια ήταν εγκαταλελειμμένα, γιατί το μοναστήρι έχει είχε γίνει ιδιόρρυθμο κι ο καθένας είχε το «σπίτι» του. Η τραπεζαρία και τα μεγάλα σαλόνια ήταν ακόμα άδεια. Βρήκαμε κι έναν τελωνειακό και πιάσαμε συζήτηση για το πώς περνάνε εκεί πέρα και μας είπε «ησυχία και τάξη». Μόνο το καλοκαίρι είναι χαρά Θεού, διότι χαίρεται κανείς τη θάλασσα και το ψάρεμα. Στην Αστυνομία συναντήσαμε τους δύο Αμερικανούς, τον John Siman τον ψηλό και τον Genne Griggs Griggs, κι ο Στάθης τους βοήθησε με τα εγγλέζικά του να πάρουνε γρήγορα τα χαρτιά τους και να είμαστε παρέα. Τους πήγαμε στο δωμάτιό τους και μια βόλτα στη μονή και μετά στην τράπεζα για φαγητό. Φάγαμε με πολλή όρεξη φασολάδα, ελιές, πιλάφι και ήπιαμε καλό κρασί. Για επιδόρπιο κάμποσα. Πάνω στο γεύμα ήρθε ένας μικροκαμωμένος παπάς και μας άρχισε στην πάρλα και μας τάραξε με τα κουνήματα και τα «καλέ» του. Τελικά βγήκε γνωστός του Στάθη, διότι ψώνιζε το μοναστήρι από το μαγαζί που δούλευε, και εμένα με θυμότανε από την προηγούμενη εκδρομή του 1977 που είχα κάνει στο Άγιο Όρος. Μας έφερε κι ένα ζεστό ψωμί από το φούρνο και καλές ελιές δικές τους. Αφού φάγαμε, ταχτοποιήσαμε τους ξένους στα δωμάτιά τους κι εμείς πήγαμε στο δικό μας, για να γράψουμε τα νέα της ημέρας και να κοιμηθούμε.

ΤΡΙΤΗ 24 ΜΑΡΤΙΟΥ 1981

ΤΡΙΤΗ 24 ΜΑΡΤΙΟΥ 1981· ΔΕΥΤΕΡΗ ΗΜΕΡΑ
Αφού διαβάσαμε τα νέα της προηγούμενης μέρας ο ένας στον άλλο, κάναμε έναν καλό και πολύ χορταστικό ύπνο. Εγώ σηκώθηκα μια δόση κατά τις έξι το πρωί και ύστερα από λίγο χουζούρι, κατά τις εφτά, σηκωθήκαμε κανονικά. Το πρωί από το παράθυρο του δωματίου μας είδαμε στη θάλασσα δελφίνια. Μετά το πλύσιμο και το συγύρισμα των πραγμάτων μας βγήκαμε έξω και κάναμε μια βόλτα προς την παραλία. Χαζέψαμε κάτι ψαράδες, περπατήσαμε λίγο και ξανά προς τα πάνω στη μονή για να δούμε στην Εκκλησία τα ιερά λείψανα και τα κειμήλια.
Γυρίσαμε λίγο στη Μονή, κόψαμε μερικά νεράντζια και λεμόνια και, μόλις άνοιξε η Εκκλησία, μπήκαμε μέσα. Είχε πολύ ωραίες εικόνες και τοιχογραφίες. Ο μοναχός μας έδειξε τη ζώνη της Παναγίας, το δάχτυλό του Ιωάννη του Προδρόμου, την εικόνα της Παναγίας που ήταν του 11ου αιώνα και διάφορες εικόνες από τον 6ο έως το 16ο αιώνα. Επίσης δύο εικόνες του 9ου αιώνα, που ήταν αφιέρωμα της Θεοδώρας στην περίοδο της εικονομαχίας. Αφού αφήσαμε μία δωρεά εγώ κι ο Στάθης καθώς και οι φίλοι μας οι Αμερικάνοι, ο Genne Griggs Griggs και ο John Siman, ξεκινήσαμε για τη μονή του Παντοκράτορα. Ανάβαση από το Βατοπέδι μέχρι τη διασταύρωση σαράντα εφτά λεπτά.
ΒΑΤΟΠΕΔΙ - ΠΑΝΤΟΚΡΑΤΟΡΑΣ 1 ΩΡΑ ΚΑΙ 55 ΛΕΠΤΑ
Η ανάβαση ήταν λίγο ζόρικη. Ο Στάθης και ο John Siman πήγαιναν μπροστά κι εγώ με τον Genne Griggs από πίσω, γιατί είχαμε τις φωτογραφικές μηχανές και σταματούσαμε για καμιά φωτογραφία. Εγώ είχα την PENTAX την MX με φακό ευρυγώνιο 35 mm και f2. Ο Genne Griggs είχε μια FUZICA 705 και χρησιμοποιούσε φιλμ KODAC 400 ASA και έβαζε ταχύτητα 1.000. Μου φάνηκε λίγο περίεργο. Ίσως επειδή είχε και το φίλτρο μπροστά στο φακό. Ήταν δεκαεννέα ετών φοιτητής και κάνανε μαζί με τον John Siman, φοιτητής και αυτός και αυτός είκοσι ένα χρονών, περιοδεία στην Ελλάδα και μετά θα πήγαιναν στην Ευρώπη. Είχαν στη διάθεσή τους εκατό χιλιάδες δραχμές για όλη τη διάρκεια της εκδρομής τους.
Με τραγούδια και πολύ ιδρώτα φτάσαμε προς την κορυφή και από εκεί πιάσαμε το άλλο μονοπάτι για να φτάσουμε στη Μονή Παντοκράτορος. Η διαδρομή στο μονοπάτι πολύ ωραία, με πολύ πλούσια βλάστηση που θύμιζε λίγο ζούγκλα αλλά και καμία φορά από τους πολύ πυκνούς θάμνους το μονοπάτι έκλεινε. Εκεί πρέπει να είχε και αγριογούρουνα, γιατί είδαμε σημάδι στο δρόμο. Μετά από μια όχι βιαστική πορεία φτάσαμε στο μοναστήρι. Μικρή η μονή και πολλή ησυχία επικρατούσε. Μας υποδέχθηκε ένα γεροντάκι και μας πήγε στο αρχονταρίκι. Εκεί βρήκαμε και δύο καλούς φίλους που ξεκινήσαμε μαζί από τη Θεσσαλονίκη, τα παιδιά από τη Φλώρινα και Κέρκυρα. Συζητήσαμε πώς περάσαμε, γιατί είχαμε αντίθετη διαδρομή. Εμείς πηγαίναμε προς Μονή Ιβήρων και αυτοί προς το Βατοπέδι. Πιάσαμε συζήτηση και με έναν καλόγερο που είχε έρθει στη Μονή πριν από τρεις μήνες και το επάγγελμά του ήταν ναυπηγός. Κεραστήκαμε καφέ, ρακί, και λουκούμι. Αφού γυρίσαμε λίγο μέσα στο μοναστήρι, πήραμε νερό και ξεκινήσαμε για τη Μονή Σταυρονικήτα.
ΠΑΝΤΟΚΡΑΤΟΡΑΣ - ΣΤΑΥΡΟΝΙΚΗΤΑ 44 ΛΕΠΤΑ
Η διαδρομή ήταν πολύ ωραία, σε στενό φιδίσιο μονοπάτι, με πολλή βλάστηση, ενώ περπατούσαμε στην ακροθαλασσιά και πολύ γρήγορα, λες και τα πόδια μας πήγαιναν μόνα τους. Πολύ ευχάριστα και ξεκούραστα φτάσαμε Σταυρονικήτα. Κάτσαμε στο αρχονταρίκι και μας κέρασε ένας καλόγερος λουκούμι και νερό και μετά μας ξενάγησε στο μοναστήρι. Μας πήγε μέσα στην Εκκλησία και μας έδειξε αρκετές παλιές εικόνες ανεκτίμητης αξίας. Μας είπε την ιστορία μιας εικόνας του Αγίου Νικολάου του Στρειδά. Είπε ότι την έκλεψαν οι πειρατές και ότι τη βρήκαν μετά από 47 χρόνια οι ψαράδες και την επέστρεψαν στη Μονή χωρίς να αλλοιωθεί και να πάθει τίποτα. Μόνο που είχε κολλήσει ένα στρείδι στο μέτωπο του αγίου και, όταν το βγάλανε, έτρεξε αίμα. Μετά πήγαμε στο αρχονταρίκι και ο John Siman τον «τάραξε» τον καλόγερο στις ερωτήσεις γύρω από το άτομό του με διερμηνέα το Στάθη. Ο μοναχός δυσκολευότανε και δεν ήθελε να απαντήσει. Μας είπε μόνο ότι είναι είκοσι χρόνια στο μοναστήρι και ότι ήλθε σε ηλικία είκοσι πέντε χρονών, ότι το μοναστήρι είναι Κοινόβιο, ότι του αρέσει που είναι εκεί και ότι δε θα ήθελε να πάει αλλού. Μας έδωσε στο χέρι ψωμί και ελιές, τον αποχαιρετήσαμε και ετοιμαζόμασταν για τη Μονή Ιβήρων. Ήταν μεσημέρι και έπρεπε να φάμε. Το καλύτερο μέρος που διαλέξαμε ήταν στην ακροθαλασσιά πάνω στα βράχια. Αφού πλυθήκαμε και καθαριστήκαμε, βγάλαμε τα φαγητά μας, ανοίξαμε και κονσέρβες και κάναμε ένα πλούσιο γεύμα και οι τέσσερις πάνω στα βράχια. Την κάναμε κοινώς «ταράτσα». Το γεύμα κράτησε σχεδόν μια ώρα και η ξεκούραση και η χώνεψη άλλη μισή ώρα, με τις ευλογίες της Παναγίας, φυσικά. Χορτασμένοι και ξεκουρασμένοι ξαναφοράμε τα σακίδιά μας και ξεκνάμε για Ιβήρων.
ΣΤΑΥΡΟΝΙΚΗΤΑ - ΙΒΗΡΩΝ 1 ΩΡΑ ΚΑΙ 5 ΛΕΠΤΑ
Η διαδρομή πολύ ωραία. Περπατούσαμε συνέχεια δίπλα στην ακροθαλασσιά, λίγο πιο ψηλά από την παραλία, και καμιά φορά κατεβαίναμε και προς τη θάλασσα, γιατί πήγαινε πολύ κοντά της το μονοπάτι. Συναντήσαμε και μια ωραία αμμουδιά που στο πρώτο οδοιπορικό του 1977 είχαμε κάνει μπάνιο. Συνεχίζοντας συναντήσαμε κυνηγούς με τα σκυλιά τους και ξεφύγαμε λίγο από το μονοπάτι, για να βαδίζουμε δίπλα στην ακροθαλασσιά. Εγώ με τον Genne Griggs που είχαμε μείνει λίγο πίσω κάναμε λίγο αναρρίχηση και βγήκαμε στο μονοπάτι. Ο Στάθης και ο John Siman συνέχισαν παραλιακά και συναντηθήκαμε μπροστά στη Μονή Ιβήρων. Μπήκαμε μέσα και με την πρώτη ματιά είδαμε δίπλα στη θάλασσα ένα μικρό εκκλησάκι με την εικόνα της Παναγίας. Τη βρήκαν μέσα στη θάλασσα και είναι η προστάτις της Μονής. Της κάνανε μεγάλο τάφο δίπλα στην είσοδο της Μονής με πολλά αφιερώματα που την στόλισαν και με πολύ χρυσάφι και πολλών ειδών πολύτιμες πέτρες. Κάθε χρόνο γίνεται εδώ μεγάλο πανηγύρι προς τιμήν της Παναγίας της Πορταΐτισσας και μαζεύονται πολλά άτομα από όλο το Όρος, για να την προσκυνήσουν, να φάνε και να πιουν. Στην κεντρική είσοδο μάς ζήτησαν τα διαμονητήριά μας και μετά ένας καλόγερος μας πήγε στην Εκκλησία. Παρακολουθήσαμε τη Θεία Λειτουργία με πολλή κατάνυξη, ενώ υπήρχαν αρκετοί καλόγεροι που έψελναν πολύ ωραία και η ακουστική μέσα στο καθολικό ήταν φοβερή. Μόλις τελείωσε η λειτουργία πήγαμε να δούμε τη βιβλιοθήκη μαζί με κάτι άλλα τρία άτομα που ήταν στη Μονή.
Είναι από τις μεγαλύτερες βιβλιοθήκες στα Βαλκάνια με 25.000 τόμους βιβλίων. Υπήρχε ένα βιβλίο του 8ου μ.Χ. αιώνα, που ήταν και το αρχαιότερο του μοναστηριού. Επίσης ένας σάκος του Ιωάννη του Τσιμισκή (969-976). Μια χειρόγραφη διαθήκη του Γρηγορίου του Ε΄ γραμμένη από τον ίδιο με χρυσή αυτοκρατορική βούλα. Ευαγγέλιο, δώρο του Μεγάλου Πέτρου της Ρωσίας, με χρυσά εξώφυλλα. Υπάρχουν και διάφορα όπλα και σπαθιά από τους οπλαρχηγούς του 1821, που τα άφηναν στο μοναστήρι ως αφιερώματα, όταν περνούσαν από εκεί. Στη συνέχεια πάμε στο αρχονταρίκι για να τακτοποιηθούμε. Το φαγητό ήταν έτοιμο, φασολάδα και ελιές. Καθόμαστε όλοι μαζί και μόλις φάγαμε παίρνουμε τις γκαζόλαμπες, γιατί δεν υπάρχει εδώ ηλεκτρικό ρεύμα, και πάμε προς τα δωμάτιά μας. Τακτοποιηθήκαμε σε επτάκλινο δωμάτιο τέσσερα άτομα και κάτσαμε να ξεκουραστούμε, να γράψουμε τα της ημέρας και να κοιμηθούμε. Ανταλλάξαμε διευθύνσεις με τον Genne Griggs και τον John Siman και, αφού τους αποχαιρετήσαμε επειδή γιατί αλλάζανε αύριο διαδρομή, πέσαμε να κοιμηθούμε.

ΤΕΤΑΡΤΗ 25 ΜΑΡΤΙΟΥ 1981



ΤΕΤΑΡΤΗ 25 ΜΑΡΤΙΟΥ 1981· ΤΡΙΤΗ ΗΜΕΡΑ
Εθνική και χριστιανική γιορτή σήμερα. Γιορτάζει το έθνος μας, γιορτάζει και η Παναγία μας, αλλά εδώ στο Άγιο Όρος επειδή ακολουθούν το παλιό Ιουλιανού ημερολογίου τα γιορτάζουν δεκατρείς ημέρες αργότερα. Εγερτήριο είχαμε στις 6 η ώρα το πρωί. Κοιμηθήκαμε καλά και ξεκουραστήκαμε. Χαιρετίσαμε και πάλι τους φίλους μας, τον Genne Griggs και τον John Siman και γύρω στις 7 η ώρα ξεκινήσαμε για τη μόνη Φιλοθέου.
ΙΒΗΡΩΝ - ΦΙΛΟΘΕΟΥ 2 ΩΡΕΣ ΚΑΙ 6 ΛΕΠΤΑ
Βγήκαμε έξω από τη Μονή Ιβήρων, πήραμε λίγο αγιασμό και συνεχίσαμε την πορεία μας από τον αυτοκινητόδρομο. Περπατούσαμε στην ακροθαλασσιά και είχαμε ένα όμορφο πρώιμο ξεκίνημα. Το δρόμο που πήραμε τον έστρωναν τώρα από την αρχή και δεν τον είχαν τελειώσει ακόμη. Κοντά στο ποτάμι σταματούσε και έπρεπε ή να γυρίσουμε πίσω να πάρουμε άλλο δρόμο ή να περάσουμε το ποτάμι με λίγη δυσκολία. Τελικά το περάσαμε σχεδόν χωρίς κανένα παρατράγουδο, μόνο που βραχήκαμε λίγο, και ξαναβγήκαμε να συνεχίσουμε την πορεία μας στο δρόμο. Συναντήσαμε αρκετά κομμένα δέντρα και μία ζυγαριά παλιού τύπου. Ζυγιστήκαμε και εμένα με έδειξε 100 κιλά, γιατί πιο κάτω δε ζύγιζε, ενώ για το Στάθη δεν έδειξε πόσο είναι. Συνεχίζοντας φτάσαμε σε μια διασταύρωση που προς τα αριστερά μάς πήγαινε προς Μόνη Καρακάλου, ενώ προς τα δεξιά μάς οδηγούσε στη Μονή Φιλοθέου. Γεμίσαμε από μία βρύση τα παγούρια μας και συνεχίσαμε την πεζοπορία. Μετά από λίγη ώρα στον αυτοκινητόδρομο βρήκαμε το καλντερίμι με τις κοφτερές πέτρες που, όπως μας είχαν πει, πήγαινε στη Μονή Φιλοθέου. Το ακολουθήσαμε και αρχίσαμε την ανάβασή του. Όσο προχωρούσαμε, η ανάβαση γινόταν και πιο δύσκολη. Τα σακίδια βάραιναν πολύ και Φιλοθέου δε βλέπαμε. Μόνο ακούγαμε έναν κόκορα που λαλούσε. Το τοπίο ήταν τρομερά όμορφο με πολλά δέντρα και παχιά σκιά. Τα πουλάκια μάς κελαηδούσαν στο οδοιπορικό μας. Μετά κόπων και βασάνων και αφού γίναμε μούσκεμα στον ιδρώτα και οι δύο φτάσαμε στο μοναστήρι που ήταν αρκετά ψηλά, σε 500 μέτρα υψόμετρο μέσα στο βουνό.
Εκ πρώτης όψεως μας άρεσε η εμφάνιση του μοναστηριού. Είχε και λίγο ρουστίκ χρώμα. Μπήκαμε μέσα και ένας καλόγερος μας υποδέχτηκε και μας είπε ότι αυτή τη στιγμή έχουν εκκλησιασμού. Εμείς θέλαμε να φύγουμε γρήγορα, για να πάμε στη Μονή της Μεγίστης Λαύρας. Μας πήγε στο αρχονταρίκι, μας κέρασε το καθιερωμένο λουκούμι και καλό λικέρ, μας έστρωσε κρεβάτια να ξεκουραστούμε, μας έφερε κολατσιό για το δρόμο και γενικά υπήρχε πολύ καλή φιλοξενία και περιποίηση από όλους. Η μονή πολύ καθαρή και συμμαζεμένη που δεν σου έκανε καρδιά να φύγεις. Αφού ξεκουραστήκαμε λίγο, φορτωνόμαστε τα σακίδια και αρχίζουμε να κατηφορίζουμε για τη μονή Καρακάλου.
ΦΙΛΟΘΕΟΥ - ΚΑΡΑΚΑΛΟΥ 37 ΛΕΠΤΑ
Πολύ ωραίο παλιό βυζαντινό μονοπάτι με πλούσια βλάστηση και διαφόρων ειδών δέντρα. Η πορεία μας πολύ ευχάριστη και ήσυχη, κυρίως… κατηφορική. Φτάνουμε Καρακάλου και βρίσκουμε τη μόνη κλειστή. Ρωτάμε έναν κηπουρό γιατί και μας απάντησε ότι υπάρχει λόγος. Τελικά τους ειδοποίησε και μας είπαν ότι δεν μπορούν να ανοίξουν, ώσπου να λύσουν μερικά προβλήματα με το Πατριαρχείο. Άνοιξαν ένα μικρό παραθυράκι ψηλά και με το καλάθι μάς πρόσφεραν από ένα γλυκύτατο λουκούμι. Ο λόγος που δεν άνοιγαν ήταν ο εξής. Είχε έρθει ένας ηγούμενος από μοναστήρι εκτός του Αγίου Όρους, αλλά αυτός είχε διαγραφεί από ηγούμενος από το Πατριαρχείο. Ήρθε, λοιπόν, στη Μονή Καρακάλου και τότε άλλοι καλόγεροι έφυγαν κι άλλοι έμειναν μαζί του και έκλεισαν την πόρτα χωρίς να δέχονται κανένα. Έτσι έχουν προβλήματα με το Πατριαρχείο και περιμένουν έως ότου δεχτούν τον ηγούμενό τους. Πήραμε νερό, γράψαμε τα ονόματά μας πάνω στη βρύση και ξεκινήσαμε για τη Μονή Μεγίστης Λαύρας.
ΚΑΡΑΚΑΛΟΥ - ΜΕΓΙΣΤΗΣ ΛΑΥΡΑΣ 6 ΩΡΕΣ ΚΑΙ 47 ΛΕΠΤΑ
Ακολουθήσαμε ένα πολύ ωραίο βυζαντινό μονοπάτι κάτω από παχιά σκιά με πολλά δέντρα και πολλά τρεχούμενα νερά που κατεβαίνουν από τον Άθω και σιγά σιγά από ψηλά μας κατέβαζε προς τη θάλασσα. Βρεθήκαμε και πάλι σε αυτοκινητόδρομο. Ακολουθήσαμε το σωστό δρόμο και αρχίσαμε την πορεία με ανάβαση και κατάβαση έχοντας παρέα στα αριστερά μας τη θάλασσα και στα δεξιά μας ψηλά τη χιονισμένη κορυφή του Άθω. Φτάσαμε και πάλι σε σταυροδρόμι και δεξιά μας είχε περιφερειακού μεγάλο δρόμο που οδηγούσε προς το βουνό και αριστερά άλλο δρόμο που οδηγούσε προς τη θάλασσα. Πήγαμε αριστερά, περάσαμε κάτι σκυλιά και ένα μελισσοκόμο και βρεθήκαμε κοντά στη θάλασσα. Σε λίγο βρήκαμε πέτρινο μονοπάτι, το ακολουθήσαμε και βρεθήκαμε πάλι στο δρόμο. Υπήρχε δεξιά μας δρόμος και αριστερά μας πάλι μονοπάτι. Ακολουθήσαμε το μονοπάτι που στην αρχή ήταν καλό, αλλά μετά άρχισε να στενεύει και να γίνεται δύσβατο. Χρειαζόταν να σκύβουμε, να γονατίζουμε, να κόβουμε και κλαδιά ακόμη. Εγώ έβγαλα και το μαχαίρι μου για τυχόν απρόοπτα, γιατί είδαμε και ίχνη αγριογούρουνου. Περάσαμε κολπίσκους με φανταστική θέα, ανεβήκαμε και τρεις πέτρινες γέφυρες και φτάσαμε σε ένα σημείο που ήταν αδύνατο να το περάσουμε, γιατί υπήρχε πολύ πυκνή βλάστηση και έμοιαζε με ζούγκλα. Αποφασίσαμε να γυρίσουμε πίσω για να ξαναπάρουμε το δρόμο για μεγαλύτερη σιγουριά. Πίσω λοιπόν από το δύσκολο μονοπάτι. Παιδευτήκαμε γύρω στη μιάμιση ώρα και, όπως ήμασταν ιδρωμένοι, κουρασμένοι και πεινασμένοι, καθίσαμε πάνω στο δρόμο κι αρχίσαμε να τρώνε σαν λύκοι. Μετά από λίγη χώνεψη συνεχίσαμε την πορεία κανονικά από το δρόμο έχοντας απέναντί μας χιονισμένο τον Άθω. Ο ήλιος μάς είχε κάψει και ο ιδρώτας έτρεχε ποτάμι. Η πεζοπορία συνεχίζεται ώσπου ο δρόμος μας έβγαλε πάλι σε μονοπάτι με καλντερίμι. Συνεχίζουμε το ωραίο καλντερίμι που περνούσε από όμορφα μέρη με νερά που κατέβαιναν από το βουνό. Ανεβαίνανε και κατεβαίναμε συνέχεια ερευνώντας μια μια τις κοντινές κορυφούλες, ώσπου το μονοπάτι πάλι άρχισε να στενεύει και να γίνεται ζόρικο. Συνεχίζουμε και κάνουμε δύσκολη διάβαση δημιουργώντας προβλήματα και στα σακίδιά μας και στα πρόσωπά μας από τα κλαδιά και τα αγκάθια. Αφού περάσαμε αρκετές κορυφές και ποταμάκια με αρκετή δυσκολία και μερικά γδαρσίματα στα χέρια και στο πρόσωπο, ξαναβγήκαμε και πάλι στο ανοιχτό μονοπάτι και συνεχίσαμε κανονικά, ώσπου να φτάσουμε στη Μονή Μεγίστης Λαύρας αρκετά κουρασμένοι κατά τις 6 η ώρα το απόγευμα, ενώ ξεκινήσαμε να περπατάμε από Ιβήρων στις 7 το πρωί. Κατευθείαν στο αρχονταρίκι. Μας κέρασαν λουκούμι και ρακί και ξεκουραστήκαμε για λίγο. Κατόπιν επίσκεψη στην Εκκλησία, στη βιβλιοθήκη και στο θησαυροφυλάκιο της Μονής. Μας έγινε κανονική ξενάγηση. Φάγαμε για βραδινό ελιές, χαλβά, πατάτες βραστές και πορτοκάλια και πήγαμε στα κρεβάτια μας, για να γράψουμε τα νέα της ημέρας και να κοιμηθούμε στις 9 και 36 η ώρα.

ΠΕΜΠΤΗ 26 ΜΑΡΤΙΟΥ 1981

ΠΕΜΠΤΗ 26 ΜΑΡΤΙΟΥ 1981· ΤΕΤΑΡΤΗ ΗΜΕΡΑ
Σύμφωνα με το πρόγραμμα σήμερα θα πηγαίναμε από Μεγίστης Λαύρας μέχρι Μονή Αγίου Παύλου ή και Διονυσίου. Το πρωί αργήσαμε να σηκωθούμε, γιατί ήμασταν πολύ κουρασμένοι από την προηγούμενη ημέρα. Εγερτήριο κατά τις οχτώ η ώρα. Αρχίσαμε να ετοιμαζόμαστε. Για πλύσιμο είχαμε λίγα προβλήμ
ατα, διότι διόρθωναν κάτι σωλήνες του νερού και αναγκαστήκαμε να πλυθούμε έξω σε μία βρύση. Στη συνέχεια πήρα τη μηχανή μου κι έβγαλα μερικές φωτογραφίες το καθολικό, το κυπαρίσσι, τις καμπάνες και πολλές γάτες. Μετά τον πρωινό καφέ πήραμε τα πράγματά μας και ξεκινήσαμε για τη σκήτη της Αγίας Άννας.
ΛΑΥΡΑΣ - ΑΓΙΑ ΑΝΝΑ 4 ΩΡΕΣ ΚΑΙ 19 ΛΕΠΤΑ
Ο δρόμος είχε καλντερίμι και η ανάβαση ήταν κουραστική, καθώς πλησιάζαμε προς την κορυφή του Άθω. Ο ιδρώτας
άρχισε να στάζει, καθώς συνεχίζαμε την ανοδική πορεία. Τα κοτσύφια στο δρόμο μας, ειδικά τα μαύρα, συνέχεια μας τρομάζουν με το κελάηδημά τους. Ανθρώπινη ψυχή γύρω μας δεν υπήρχε να μας συνοδεύει στο οδοιπορικό μας, γι’ αυτό και μας συνόδευαν μόνο πουλιά, ζωύφια και πολλές και διάφορες πεταλούδες, περισσότερο κίτρινες. Και η ανάβαση συνεχίζεται κανονικά στο μονοπάτι. Μια μας ανέβαζε στο βουνό και την άλλη μας κατέβαζε, καθώς περνούσαμε πολλές πλάγιες. Αριστερά μας η θάλασσα ήταν πολύ χαμηλά. Φαινόταν πολύ όμορφα και οι πλαγιές και τα βράχια, που ήταν πολύ επικίνδυνα. Στο δρόμο μας συναντήσαμε αρκετές πηγές με νερό και πολλά ρυάκια και δέντρα. Μετά από δύο ώρες περπάτημα από την ώρα που φύγαμε από τη Λαύρας καθίσαμε να πάρουμε πρωινό και να δροσιστούμε. Βρισκόμασταν στην περιοχή ΚΡΥΑ ΝΕΡΑ. Σε αυτή την περιοχή και προς την κορυφή του Άθω υπάρχουν άγιοι κρυφοί ερημίτες, οι λεγόμενο δώδεκα αναχωρητές, που περιπλανώνται και αγιάζουν στην Αθωνική έρημο. Το σικαλίσιο ψωμί και οι ελιές ήταν σαν ζάχαρη. Αφού ήπιαμε κρυστάλλινο νερό, γεμίσαμε τα παγούρια μας και συνεχίζουμε το δρόμο μέσα από πευκόφυτες περιοχές με πλούσια βλάστηση. Λουλούδια βλέπαμε σε όλες τις διαδρομές έως τώρα. Εδώ όμως που το μέρος είναι σχεδόν αλπική ζώνη τα λουλούδια ήταν πολλών ειδών και πολύ σπάνια κάνοντας τα μονοπάτια να μοιάζουν με κήπους. Εγώ τα έβλεπα και τα φωτογράφιζα για πρώτη φορά. Στο δρόμο μας προς την κορυφή αριστερά μας βλέπαμε την ΑΘΩΝΙΚΗ ΕΡΗΜΟ, τα ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΑ, τα ΚΑΤΟΥΝΑΚΙΑ, τα ΚΑΡΟΥΛΑ, την ΚΕΡΑΣΙΑ, τον ΑΓΙΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ και τη μικρή ΑΓΙΑ ΑΝΝΑ όπως και τον οίκο των ΔΑΝΗΗΛΑΙΩΝ. Στα μέρη αυτά είναι οι καλοί αγιογράφοι και ψαλτάδες του Αγίου Όρους καθώς και ασκητές και μερικοί ερημίτης στα φημισμένα ΚΑΡΟΥΛΙΑ με τις αλυσίδες. Τελικά φτάσαμε σε μεγάλο υψόμετρο, περάσαμε τη βρύση στη διασταύρωση που πάει για ΠΑΝΑΓΙΑ. Κατεβαίνοντας προς την Αγία Άννα το θέαμα που αντικρίσαμε δεν περιγράφεται. Στο βάθος, κοντά στη θάλασσα, ήταν η σκήτη της Αγίας Άννας καθώς και άλλα κελιά και καλύβες. Η ομορφιά του τοπίου ήταν καταπληκτική. Είχαμε να κάνουμε μια αρκετά δύσκολη και απότομη κατάβαση με πολλές σαθρές πέτρες μέχρι να φτάσουμε. Με πολλή προσοχή και με υπομονή σε μία ώρα κατεβήκαμε σώοι και αβλαβείς. Είχαμε ένα γνωστό ενωμοτάρχη εκεί από την Κρύα Βρύση. Ήταν φίλος και συμμαθητής του Στάθη, αλλά για κακή μας τύχη έλειπε και είχε πάει στην Ουρανούπολη. Ξεκουραστήκαμε λίγο, συζητήσαμε με έναν καλόγερο οπαδό της ΑΕΚ, που ήταν από τον Πειραιά και ήταν θείος του Γιώργου Νταλάρα. Μας είπε ότι ήταν πενήντα τρία χρόνια εδώ στη σκήτη και ότι ήταν 97 χρόνων. Είχε πολύ πλάκα, διότι πείραζε ένα χωροφύλακα που ήταν παρών με διάφορες πλάκες. Ένας άλλος καλόγερος μας ετοίμασε για φαγητό φασολάδα, τουρσί και ελιές. Τα φάγαμε όλα, γιατί πεινούσαμε πολύ. Πήραμε και από ένα μήλο στο χέρι και βγήκαμε έξω, για να ετοιμαστούμε και να συνεχίσουμε την πορεία μας προς τον Άγιο Παύλο.
ΑΓΙΑ ΑΝΝΑ ΑΓΙΟΣ ΠΑΥΛΟΣ 1 ΩΡΑ ΚΑΙ 7 ΛΕΠΤΑ
Συνεχίζουμε και πάλι με το μονοπάτι να τραβάει προς το βουνό, στρωμένο με πέτρες και με αρκετή δ
υσκολία. Από ψηλά είδαμε και τη νέα σκήτη της Αγίας Άννας και, αφού κατεβήκαμε και την περάσαμε, συνεχίσαμε τη διαδρομή μας στην ακροθαλασσιά προς τη μονή Αγίου Παύλου. Η πορεία ήταν ευχάριστη καθώς και το μονοπάτι και μετά από λίγο, όταν φτάσαμε στο ύψωμα, είδαμε από μακριά τη Μονή του Αγίου Παύλου. Ανεβήκαμε κουρασμένοι και ιδρωμένοι και πήγαμε κατευθείαν στο αρχονταρίκι, αλλά ήταν κλειστό. Μας είδαν αρκετοί οι καλόγεροι, αλλά κανένας δε μας περιποιήθηκε. Μπήκαμε σε μια αίθουσα γράψαμε με τα ονόματά μας και ξεκουραστήκαμε σε κάτι μαλακά μπαουλοντίβανα τελευταίου τύπου. Είδαμε και κάτι φωτογραφίες και κάδρα στους διαδρόμους, πήραμε και νερό και ξανά πίσω χωρίς κανένα κέρασμα, για να πάμε στην επόμενη μονή, τη Μονή Διονυσίου.
ΑΓΙΟΣ ΠΑΥΛΟΣ ΜΟΝΗ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ 55 ΛΕΠΤΑ
Φύγαμε από τη Μονή Αγίου Παύλου και κατεβήκαμε προς την παραλία, για να βρούμε το μονοπάτι και να συνεχίσουμε. Ήταν ένα πολύ δύσκολο και αν
ηφορικό μονοπάτι, μπορώ να πω και το πιο δύσκολο απ’ όλα του Αγίου Όρους που γύρισα. Λες και κάναμε σε αναρρίχηση προς την κορυφή. Ευτυχώς που δεν ήταν μεγάλο σε μήκος. Βγήκαμε ψηλά στο μονοπάτι της πλαγιάς και πλέον συνεχίσαμε στην ακροθαλασσιά, ώσπου φθάσαμε στη Μονή Διονυσίου. Μικρή, σε πολύ καλό μέρος και πολύ φιλόξενη. Μας κέρασαν καφέ αλλά και λουκούμι και αμέσως μετά σούπα από ταχίνι και κριθαράκι, όχι και πολύ νόστιμη για μένα, γιατί την έτρωγαν για πρώτη φορά. Μας είχαν ταράξει στα νηστίσιμα, βλέπεις! Βολευτήκαμε στο δωμάτιό μας και μετά πήγαμε στην Εκκλησία για τη θεία λειτουργία. Μόλις τελείωσε, φωτογράφισα τη φύση και συγκεκριμένα τη δύση του Ηλίου από το παράθυρο και το μπαλκόνι του μοναστηριού. Είχε ένα φανταστικό ηλιοβασίλεμα με τον ήλιο να απλώνει το κόκκινο χρώμα του σαν χαλί στη θάλασσα σε ευθεία γραμμή και στη μέση της εικόνας ένα μικρό καραβάκι διέσχιζε τα νερά. Τράβηξα τρεις υπέροχες φωτογραφίες. Στη συνέχεια πήραμε τα τετράδια και τα μολύβια στο χέρι, για να γράψουμε και αυτό το οδοιπορικό της ημέρας με φόντο τον ήλιο που χανόταν στο βάθος. Καθίσαμε μέχρι να σκοτεινιάσει, απολαμβάνοντας όλο το μεγαλείο της φύσης. Ο Στάθης πήγε για γράψιμο μέσα στο δωμάτιο κι εγώ συνέχισα να γράφω στην τραπεζαρία με τη λάμπα πετρελαίου. Το βράδυ μόλις τελείωσα το γράψιμο βγήκαμε με το Στάθη για λίγο στο μπαλκόνι, για να απολαύσουμε τη θέα. Το τοπίο πλέον είχε αγριέψει, τα κύματα έσκαζαν πάνω στα βράχια του κάνοντας ένα θόρυβο που ξεχώριζε στη σιγαλιά της νύχτας. Ο ουρανός ήταν γεμάτος χιλιάδες αστέρια που ομόρφαιναν τη νύχτα. Μετά ύπνος για να σηκωθούμε την επομένη κατά τις 5 και μισή και να φτάσουμε μέχρι τη Δάφνη και να προλάβουμε το καραβάκι, αφού θα περνούσαμε από τη Μονή Γρηγορίου και τη Σιμωνόπετρα.

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 27 ΜΑΡΤΙΟΥ 1981


ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 27 ΜΑΡΤΙΟΥ 1981· ΠΕΜΠΤΗ ΗΜΕΡΑ
Το πρωί εγερτήριο στις 5 και 45. Λίγο νυσταγμένοι, αλλά έπρεπε να φύγουμε, για να προλάβουμε να κάνουμε τη διαδρομή μας. Ξεκινάμε στις 6 και 15 λεπτά και πάμε για τη Γρηγορίου.
ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ - ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ 1 ΩΡΑ ΚΑΙ 4 ΛΕΠΤΑ
Αρχίσαμε πάλι να πηγαίνουμε από το μονοπάτι που ήταν δίπλα στην ακροθαλασσιά και στη συνέχεια είχαμε δύσκολη ανάβαση και κατάβαση, που μας έκανε να ιδρώσουμε πολύ, αν και ήταν πολύ νωρίς. Μετά από αρκετή ταλαιπωρία φτάσαμε στη Μονή Γρηγορίου. Πήγαμε στο αρχονταρίκι, μας κέρασαν λουκούμι και ρακί και έπειτα από λίγη ξεκούραση προσκυνήσαμε στο καθολικό της Μονής και κάναμε μια βόλτα στην αυλή. Καλό το μοναστήρι, μικρό και φιλόξενο. Συνεχίζουμε το οδοιπορικό μας για τη Σιμωνόπετρα.
ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ - ΣΙΜΩΝΟΠΕΤΡΑ 54 ΛΕΠΤΑ
Αφού στην αρχή ακολουθήσαμε λίγο ανηφορικό μονοπάτι, μετά αρχίσαμε να κατεβαίνουμε προς τη θάλασσα και φάνηκε η μονή της Σιμωνόπετρας, που ονομάζεται έτσι γιατί είναι χτισμένη πάνω σε πέτρα-βράχο. Είναι σε υψόμετρο 300 μέτρα πάνω από τη θάλασσα. Είναι η μοναδική επταώροφη οικοδομή του κόσμου που δεν έχει θεμέλια, γιατί είναι χτισμένη πάνω στο βράχο. Αρχίζουμε την τελευταία μας ανάβαση ακολουθώντας ένα όμορφο βυζαντινό μονοπάτι που οδηγεί προς το μοναστήρι. Την ώρα που ανεβαίναμε προς τα πάνω, φάνηκε κι ο ήλιος ψηλά πίσω από το βουνό. Στο δρόμο βρήκαμε τον Genne Griggs και ένα φίλο του γερμανό. Πήγαιναν προς τα κάτω για να πάρουν καραβάκι για το λιμάνι της Δάφνης. Μόλις φτάσαμε στη Μονή, πάμε στο αρχονταρίκι κι εκεί βρίσκουμε τον John Siman και τον άλλο το γερμανό. Κεραστήκαμε το συνηθισμένου λουκούμι, ήπιαμε το καφεδάκι μας και ξεκουραστήκαμε λίγο. Αφού πήραμε ένα κομμάτι ζεστό ψωμί, συνεχίζουμε και οι 4 για τη Δάφνη, για να πάρουμε το καραβάκι για Αμμουλιάνη. Περπατούσαμε στον αυτοκινητόδρομο δίπλα στη θάλασσα.
ΣΙΜΩΝΟΠΕΤΡΑ - ΔΑΦΝΗ 1 ΩΡΑ ΚΑΙ 26 ΛΕΠΤΑ
Ευχάριστη πορεία και πολύ εύκολη που άρχισε να χάνει την ομορφιά του Αγίου Όρους με τους δρόμους του πολιτισμού να διευκολύνουν μεν, αλλά να αφαιρούν κομμάτι του πραγματικού Όρους. Γι’ αυτό το πράγμα παραπονέθηκαν και οι ξένοι φίλοι μας. Τέλος πάντων, όμως, με συζήτηση και βάδισμα φτάσαμε στη Δάφνη να κοιτάμε να αγοράσουμε πρώτ’ από όλα λουκούμια, γιατί τα συνηθίσαμε και τα έχουμε ανάγκη, και κατά δεύτερον μερικά σουβενίρ για ενθύμιο, εικόνες, σταυρουδάκια, κομποσκοίνια κ.α. Μετά ξεκούραση και γράψιμο των νέων της ημέρας όσο περιμέναμε το καραβάκι.
ΔΑΦΝΗ - ΟΥΡΑΝΟΥΠΟΛΗ 2 ΩΡΕΣ ΚΑΙ 2 ΛΕΠΤΑ
Το καραβάκι έφτασε γρήγορα και πήγαμε τα πράγματά μας προς τη σκάλα, αφήνοντας πίσω μας το μεγαλείο του Αγίου Όρους στο βασίλειό του και αποχαιρετώντας την ανθισμένη αμυγδαλιά του Νίκου. Είχαμε λίγα τα μικροεπεισόδια με την Αστυνομία, πρώτον γιατί ακούγαμε τραγούδια από το ραδιοφωνάκι μου και δεύτερον διότι είχαμε βάλει τα πράγματά μας πολύ μέσα και έπρεπε να τα βγάλουμε έξω, για να μας κάνουν έλεγχο, που στην ουσία «τρίχες έλεγχος» γίνεται. Είναι ένα είδος μικρού τελωνείου που ελέγχουν μήπως έχεις πάρει τίποτε κλεμμένα από τα κειμήλια του Αγίου Όρους. Μόλις φτάσαμε στο Ρωσικό ανεβήκανε και τα δύο παιδιά από την Κέρκυρα και τη Φλώρινα και κάναμε καλή παρέα στο μπροστινό μέρος του πλοιαρίου. Μας είπαν πώς τα περάσανε και πού πήγαν, για τις διαδρομές που κάνανε και συζητήσαμε διάφορα άλλα θέματα. Το οδοιπορικό τους ήταν ΔΑΦΝΗ, ΚΑΡΥΕΣ, ΙΒΗΡΩΝ, ΣΤΑΥΡΟΝΙΚΗΤΑ, ΠΑΝΤΟΚΡΑΤΟΡΟΣ, ΒΑΤΟΠΕΔΙ, ΖΩΓΡΑΦΟΥ, ΚΑΣΤΑΜΟΝΙΤΟΥ, ΔΟΧΙΑΡΙΟΥ, ΞΕΝΟΦΩΝΤΟΣ, ΡΩΣΙΚΟ όπου και έδωσαν τέλος στο προσκύνημά τους. Τους είπαμε κι εμείς τα δικά μας με τις μεγαλύτερες διαδρομές που είχαμε κάνει. Συζητώντας και χαζεύοντας τη θάλασσα παρέα με μερικά δελφίνια να μας συντροφεύουν σε 2 ώρες και 2 λεπτά φτάσαμε στην Ουρανούπολη. Αφού χαιρετιστήκαμε με όλους τους φίλους μας, η πρώτη μας δουλειά ήταν να βρούμε το φίλο του Στάθη, το Στέφανο. Ρωτώντας βρήκαμε το σπίτι του και ξαφνιάστηκε μόλις μας είδε. Ήταν γι’ αυτόν κατά το απρόοπτο. Ζούσε αρραβωνιασμένος στο χωρίο. Ωραίος τύπος και πολύ πρόσχαρος. Μας κεράσει καφέ, συζητήσαμε διάφορα θέματα και προβλήματα που αντιμετωπίζει μέσα στο Όρος σχετικά με το μοναστήρι και τους καλόγερους. Φεύγοντας από το σπίτι του δεν παρέλειψε να μας δείξει και το αγαπημένο του λυκόσκυλο, που το είχε δεμένο έξω σε μια αλάνα και το καμάρωνε. Βρήκαμε το μοναδικό ταξί που είχε το χωριό στο ξενοδοχείο Ξενία και σε 10 λεπτά με 250 δραχμές μας πήγε από την Ουρανούπολη στην Τρυπητή που απέχει 11 χιλιόμετρα. Η πείνα ήταν μεγάλη και το καραβάκι αργούσε λίγο. Γι’ αυτό κι εμείς καθίσαμε να φάμε στη σκάλα τις τελευταίες ελιές μας με πολλή όρεξη. Σε λίγο ήρθαν και κάτι παιδιά του Λυκείου από την Ουρανούπολη και μάθαμε ότι θα φεύγαμε σε λίγο, γιατί το πούλμαν είχε ανταπόκριση με το καραβάκι. Τεσσεράμισι η ώρα φύγαμε και φτάσαμε σε 15 λεπτά με 20 δραχμές εισιτήριο φτάσαμε στην Αμμουλιάνη. Πατούσαμε στο νησάκι για δεύτερη φορά, γιατί ξανάρθαμε αποκριές του 1981 και κάναμε το πρώτο μας μπάνιο στις Αλυκές στις 3 Μαρτίου. Στο καφενείο του χωριού βρήκαμε τον Παύλο, ξάδελφο του Στάθη από την Κρύα Βρύση. Είχαμε πολλή όρεξη να φάνε φρέσκο ψάρι και παραγγείλαμε φρεσκότατες μαρίδες, πραγματικά φρεσκότατες, γιατί εδώ είναι ψαροχώρι και στέλνουν φρέσκο ψάρι παντού. Φάγαμε μέχρι σκασμού με πολλά ορεκτικά. Πληρώσαμε 300 δραχμές, η μάλλον δεν προλάβαμε να πληρώσουμε, γιατί μας τα κέρασε ο Παύλος. Μετά ακολούθησαν σοκολάτες και μπισκότα από το περίπτερο και κατευθείαν για την παραλία των Αλυκών, για να στήσουμε τη σκηνή μας, να κοιμηθούμε και να ξεκουραστούμε. Έπρεπε να είμαστε ξεκούραστοι, γιατί αύριο σκοπεύαμε να χορτάσουμε ήλιο, μπάνιο και θάλασσα. Κοιμηθήκαμε από τις 8 το βράδυ μέχρι τις 7 το πρωί με διαλείμματα κατά τις 11, 1 και 4, γιατί η νύχτα ήταν πολύ μεγάλη.